Tου Αλεξη Παπαχελα
Eνα ερώτημα που συζητιέται ευρέως αυτή την εποχή είναι το ποιο ΠΑΣΟΚ θα κυβερνήσει αν ο κ. Παπανδρέου κερδίσει τις εκλογές. Είναι ένα ερώτημα που βασανίζει πολλούς ψηφοφόρους του μεσαίου χώρου, οι οποίοι έχουν ψηφίσει Σημίτη αλλά και Καραμανλή και οι οποίοι τώρα «ψάχνονται». Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης εκφράζει και τα δύο κομμάτια του ΠΑΣΟΚ, και το παλιό «ανδρεϊκό» βαθύ ΠΑΣΟΚ και το μεταμοντέρνο. Και αυτό είναι λογικό σε ένα μεγάλο κόμμα στο οποίο συνυπάρχουν όλα τα στρώματα και ρεύματα της ελληνικής κοινωνίας μαζί με συσσωρευμένη ιστορία και ισορροπίες δεκαετιών.
Ο Κώστας Σημίτης έπεσε πάνω στον αδιαπέραστο τοίχο του ΠΑΣΟΚ όταν αποφάσισε να κάνει γενναίες κινήσεις στο ασφαλιστικό. Οταν παρατάχθηκαν από τη μια οι συνδικαλιστές και οι κομματικοί απέναντι στους τεχνοκράτες ήταν σαφές πως κέρδισαν οι πρώτοι. Ο κ. Σημίτης έκανε πίσω και άφησε την ασφαλιστική μεταρρύθμιση, όπως και την εκπαιδευτική και τη μάχη κατά της διαφθοράς, για κάποιον... πολιτικά γενναιότερο.
Εδώ όμως γεννιέται ένα μεγάλο ερώτημα. Ο κ. Παπανδρέου ενδέχεται να αναλάβει την ηγεσία της χώρας σε μια περίοδο όπου δεν σηκώνει άλλη αναβολή στη λήψη γενναίων αποφάσεων για το εργασιακό, το ασφαλιστικό, τη φοροδιαφυγή, την ανασυγκρότηση του κράτους. Τα ένστικτά του θα τον ήθελαν να οργώνει την Ελλάδα και να ακούει για μήνες κάθε ομάδα και παραγωγική τάξη πριν πάρει τις αποφάσεις του. Αυτό όμως δεν γίνεται στις σημερινές συνθήκες, θα ήταν σαν τον καπετάνιο του «Σαμίνα» να ζητά να πάει σε σεμινάριο ασφαλούς πλοήγησης των ΛΟΥΝΤΣ λίγο πριν πέσει στις Πόρτες.
Τα ερωτήματα για την επόμενη μέρα είναι πολλά: θα βασισθεί ο κ. Παπανδρέου σε ανθρώπους που θέλουν να αλλάξουν τα πράγματα και να προχωρήσουν τον εκσυγχρονισμό της χώρας ή θα ακούσει όσους υπερασπίζονται το στάτους κβο; Τα μηνύματα που μας δίνει είναι σαφώς αντιφατικά. Από τη μια ακούγεται ως επίσημη φωνή αυτή της κ. Κατσέλη, η οποία προκαλεί ανατριχίλα στην αγορά και την ανησυχία πως το ΠΑΣΟΚ μπορεί να αναζητήσει τον... τέταρτο δρόμο προς τον σοσιαλισμό εν μέσω κρίσης. Από την άλλη, βεβαίως, υπάρχει ο μοντέρνος λόγος του κ. Παπακωνσταντίνου, αλλά ποιος ξέρει -πλην του προέδρου του ΠΑΣΟΚ- ποιος θα έχει την ευθύνη στις 5 Οκτωβρίου αν κερδίσει τις εκλογές. Από την μια έχουμε τους Χρυσοχοΐδη, Διαμαντοπούλου, Ρέππα και από την άλλη τον κ. Τσούρα του παλαιοτέρου ΠΑΣΟΚ να εξετάζει βιογραφικά για τη στελέχωση του κρατικού τομέα.
Οι σύμβουλοι του κ. Παπανδρέου διαβεβαιώνουν σε κατ’ ιδίαν συνομιλίες τους κάθε ανησυχούντα πως «δεν είμαστε τρελοί να πάρουμε πίσω την Ολυμπιακή ή τον ΟΤΕ». Επισημαίνουν δε, πως αν τα πουν αυτά δημοσίως κινδυνεύουν να αναβιώσουν τον ΣΥΡΙΖΑ και να χάσουν από τα αριστερά. Αυτή όμως η αβεβαιότητα, τόσο ως προς τα πρόσωπα όσο και προς την πολιτική που θα ακολουθήσει ο κ. Παπανδρέου, προκαλεί σε ένα σημαντικό κομμάτι της μεσαίας τάξης βαθιά ανησυχία. Οι άνθρωποι αυτοί αρνούνται να δουν την εκλογική αναμέτρηση σαν μια μάχη μεταξύ σοσιαλισμού και νεοφιλελευθερισμού. Αυτό που τους ενδιαφέρει είναι ποιος είναι πιο έτοιμος, ικανός και λογικός ώστε να αντιμετωπίσει τα μεγάλα προβλήματα της χώρας.
Το ΠΑΣΟΚ είναι ένα βαθύτατα σχιζοφρενικό κόμμα. Αυτό φάνηκε με τον τρόπο που πανηγύριζε ένα μεγάλο κομμάτι της βάσης του όταν έγινε σαφές ότι ο κ. Σημίτης δεν θα κατέβει στις εκλογές. Το αν ο κ. Σημίτης θα εμπεριέχεται στα ψηφοδέλτια έχει μικρή σημασία και έχει περισσότερο να κάνει με αμοιβαίους εγωισμούς και ανασφάλειες αυλών. Εχει όμως τεράστια σημασία ποιο ΠΑΣΟΚ θα διαλέξει ο κ. Παπανδρέου αν κερδίσει στις 4 Οκτωβρίου, το ΠΑΣΟΚ που φρέναρε τις μεταρρυθμίσεις του κ. Σημίτη ή το ΠΑΣΟΚ που θέλει να τις πάει ένα βήμα παρακάτω έστω και χωρίς... Σημίτη.
Eνα ερώτημα που συζητιέται ευρέως αυτή την εποχή είναι το ποιο ΠΑΣΟΚ θα κυβερνήσει αν ο κ. Παπανδρέου κερδίσει τις εκλογές. Είναι ένα ερώτημα που βασανίζει πολλούς ψηφοφόρους του μεσαίου χώρου, οι οποίοι έχουν ψηφίσει Σημίτη αλλά και Καραμανλή και οι οποίοι τώρα «ψάχνονται». Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης εκφράζει και τα δύο κομμάτια του ΠΑΣΟΚ, και το παλιό «ανδρεϊκό» βαθύ ΠΑΣΟΚ και το μεταμοντέρνο. Και αυτό είναι λογικό σε ένα μεγάλο κόμμα στο οποίο συνυπάρχουν όλα τα στρώματα και ρεύματα της ελληνικής κοινωνίας μαζί με συσσωρευμένη ιστορία και ισορροπίες δεκαετιών.
Ο Κώστας Σημίτης έπεσε πάνω στον αδιαπέραστο τοίχο του ΠΑΣΟΚ όταν αποφάσισε να κάνει γενναίες κινήσεις στο ασφαλιστικό. Οταν παρατάχθηκαν από τη μια οι συνδικαλιστές και οι κομματικοί απέναντι στους τεχνοκράτες ήταν σαφές πως κέρδισαν οι πρώτοι. Ο κ. Σημίτης έκανε πίσω και άφησε την ασφαλιστική μεταρρύθμιση, όπως και την εκπαιδευτική και τη μάχη κατά της διαφθοράς, για κάποιον... πολιτικά γενναιότερο.
Εδώ όμως γεννιέται ένα μεγάλο ερώτημα. Ο κ. Παπανδρέου ενδέχεται να αναλάβει την ηγεσία της χώρας σε μια περίοδο όπου δεν σηκώνει άλλη αναβολή στη λήψη γενναίων αποφάσεων για το εργασιακό, το ασφαλιστικό, τη φοροδιαφυγή, την ανασυγκρότηση του κράτους. Τα ένστικτά του θα τον ήθελαν να οργώνει την Ελλάδα και να ακούει για μήνες κάθε ομάδα και παραγωγική τάξη πριν πάρει τις αποφάσεις του. Αυτό όμως δεν γίνεται στις σημερινές συνθήκες, θα ήταν σαν τον καπετάνιο του «Σαμίνα» να ζητά να πάει σε σεμινάριο ασφαλούς πλοήγησης των ΛΟΥΝΤΣ λίγο πριν πέσει στις Πόρτες.
Τα ερωτήματα για την επόμενη μέρα είναι πολλά: θα βασισθεί ο κ. Παπανδρέου σε ανθρώπους που θέλουν να αλλάξουν τα πράγματα και να προχωρήσουν τον εκσυγχρονισμό της χώρας ή θα ακούσει όσους υπερασπίζονται το στάτους κβο; Τα μηνύματα που μας δίνει είναι σαφώς αντιφατικά. Από τη μια ακούγεται ως επίσημη φωνή αυτή της κ. Κατσέλη, η οποία προκαλεί ανατριχίλα στην αγορά και την ανησυχία πως το ΠΑΣΟΚ μπορεί να αναζητήσει τον... τέταρτο δρόμο προς τον σοσιαλισμό εν μέσω κρίσης. Από την άλλη, βεβαίως, υπάρχει ο μοντέρνος λόγος του κ. Παπακωνσταντίνου, αλλά ποιος ξέρει -πλην του προέδρου του ΠΑΣΟΚ- ποιος θα έχει την ευθύνη στις 5 Οκτωβρίου αν κερδίσει τις εκλογές. Από την μια έχουμε τους Χρυσοχοΐδη, Διαμαντοπούλου, Ρέππα και από την άλλη τον κ. Τσούρα του παλαιοτέρου ΠΑΣΟΚ να εξετάζει βιογραφικά για τη στελέχωση του κρατικού τομέα.
Οι σύμβουλοι του κ. Παπανδρέου διαβεβαιώνουν σε κατ’ ιδίαν συνομιλίες τους κάθε ανησυχούντα πως «δεν είμαστε τρελοί να πάρουμε πίσω την Ολυμπιακή ή τον ΟΤΕ». Επισημαίνουν δε, πως αν τα πουν αυτά δημοσίως κινδυνεύουν να αναβιώσουν τον ΣΥΡΙΖΑ και να χάσουν από τα αριστερά. Αυτή όμως η αβεβαιότητα, τόσο ως προς τα πρόσωπα όσο και προς την πολιτική που θα ακολουθήσει ο κ. Παπανδρέου, προκαλεί σε ένα σημαντικό κομμάτι της μεσαίας τάξης βαθιά ανησυχία. Οι άνθρωποι αυτοί αρνούνται να δουν την εκλογική αναμέτρηση σαν μια μάχη μεταξύ σοσιαλισμού και νεοφιλελευθερισμού. Αυτό που τους ενδιαφέρει είναι ποιος είναι πιο έτοιμος, ικανός και λογικός ώστε να αντιμετωπίσει τα μεγάλα προβλήματα της χώρας.
Το ΠΑΣΟΚ είναι ένα βαθύτατα σχιζοφρενικό κόμμα. Αυτό φάνηκε με τον τρόπο που πανηγύριζε ένα μεγάλο κομμάτι της βάσης του όταν έγινε σαφές ότι ο κ. Σημίτης δεν θα κατέβει στις εκλογές. Το αν ο κ. Σημίτης θα εμπεριέχεται στα ψηφοδέλτια έχει μικρή σημασία και έχει περισσότερο να κάνει με αμοιβαίους εγωισμούς και ανασφάλειες αυλών. Εχει όμως τεράστια σημασία ποιο ΠΑΣΟΚ θα διαλέξει ο κ. Παπανδρέου αν κερδίσει στις 4 Οκτωβρίου, το ΠΑΣΟΚ που φρέναρε τις μεταρρυθμίσεις του κ. Σημίτη ή το ΠΑΣΟΚ που θέλει να τις πάει ένα βήμα παρακάτω έστω και χωρίς... Σημίτη.
0 Response to "Ποιο από τα δύο ΠΑΣΟΚ;"