Ζούμε σε μία εποχή που, για πολλούς λόγους, όλοι προσπαθούμε να εκφράσουμε την ατομικότητά μας, να εκφράσουμε τα προσωπικά μας στοιχεία και να διεκδικήσουμε τις ιδιαίτερες ανάγκες μας με κάθε τρόπο. Ανεξάρτητα από τα ποιοτικά της χαρακτηριστικά, η διεκδίκηση είναι σαφέστατα πιο υγιής ως ατομική συμπεριφορά από την αποχή ή αποδοχή της ματαιότητας της δράσης. Η ατομική συμπεριφορά, πέρα από τα αυτονόητα υποκειμενικά χαρακτηριστικά, αποκτά αντικειμενικά ποιοτικά στοιχεία όταν ανακαλύπτει δεσμούς αλληλεγγύης με τους άλλους.
Η αλληλεγγύη είναι το αποτέλεσμα μίας πολύπλοκης και αντιφατικής εσωστρεφούς διαδικασίας που προσπαθεί να εξισορροπήσει ανάμεσα σε προσωπικές ιδιαιτερότητες και συλλογικές απαιτήσεις. Για κάποιους είναι συνώνυμο της ισότητας και δημοκρατικής λειτουργίας, υπονοώντας ότι η αλληλεγγύη είναι κοινωνική υποχρέωση. Δυστυχώς, η κοινωνική λειτουργία βασίζεται σε αντικρουόμενες απόψεις, διαφορετικές πολιτικές αντιλήψεις, κοινωνικοεπαγγελματικές διαφορές και αποκλίνουσες πολιτισμικές αφετηρίες. Ενώ έχουμε σαφή εικόνα για τις περιστασιακές ατομικές επιδιώξεις, είναι εξαιρετικά ασαφές να διαπιστώνουμε τι, πότε και για ποιο λόγο κάτι μας ενώνει. Για το λόγο αυτό, οι συνεκτικές δυνάμεις σε συλλόγους, σωματεία και άλλα συλλογικά όργανα είναι χαλαρές. Ιδια φαινόμενα διαπιστώνονται μέχρι και το επίπεδο της γειτονιάς.
Ενώ φαίνεται να υπάρχει κατοχυρωμένη η άποψη για την ελευθερία έκφρασης και σκέψης του ατόμου, διαπιστώνεται το εξής παράδοξο : Ζητείται από τα άτομα να συμμετέχουν, να συνδιαμορφώνουν κουλτούρα και αξίες ενώ είναι αδύνατο οι συντεταγμένες συλλογικές δυνάμεις να επιβάλλουν κοινωνική συμεριφορά ή κουλτούρα στο άτομο. Φαίνεται λοιπόν να υπάρχει μία μονόδρομη σχέση μεταξύ ατόμων και ομάδων και η οποία θα μπορούσε να χαρακτηριστεί από στοιχεία πολιτικού φιλελευθερισμού ο οποίος όμως αμφισβητείται κατά πόσο μπορεί να λειτουργήσει ενωτικά και να προσδιορίσει αποτελεσματικές συντεταγμένες δράσεις.
Τόσο σε επίπεδο γειτονιάς όσο σε επίπεδο πόλης, η ανάδειξη ενωτικών στοιχείων και η συνδιαμόρφωση ομαλής κοινωνικής και πολιτικής επικοινωνίας αποτελεί στοίχημα επιβίωσης. Στο στοίχημα αυτό, έχουν εξέχοντα ρόλο οι θεσμικοί φορείς οι οποίοι πρέπει να δημιουργούν δεσμούς αλληλεγγύης και όχι να εφαρμόζουν τακτικές ‘διαίρει και βασίλευε’. Πρέπει να αξιολογηθεί το μέτρο της συλλογικής μας αυτοεκτίμησης και να αναδειχθούν οι τρόποι που η συλλογικότητα θα επιβάλλει αξίες στους πολίτες ως ατομικές μονάδες. Αν η συλλογικότητα παραμείνει απαξιωμένη και δεν υπάρξει ένας μηχανισμός εξυγίανσης, οι τοπικές δράσεις θα παραμείνουν στο επίπεδο της περιστασιακής, ανακουφιστικής και μικροπολιτικής διαδικασίας.
Από παλαιότερο άρθρο του Λάμπρου Κωστάρα
Η αλληλεγγύη είναι το αποτέλεσμα μίας πολύπλοκης και αντιφατικής εσωστρεφούς διαδικασίας που προσπαθεί να εξισορροπήσει ανάμεσα σε προσωπικές ιδιαιτερότητες και συλλογικές απαιτήσεις. Για κάποιους είναι συνώνυμο της ισότητας και δημοκρατικής λειτουργίας, υπονοώντας ότι η αλληλεγγύη είναι κοινωνική υποχρέωση. Δυστυχώς, η κοινωνική λειτουργία βασίζεται σε αντικρουόμενες απόψεις, διαφορετικές πολιτικές αντιλήψεις, κοινωνικοεπαγγελματικές διαφορές και αποκλίνουσες πολιτισμικές αφετηρίες. Ενώ έχουμε σαφή εικόνα για τις περιστασιακές ατομικές επιδιώξεις, είναι εξαιρετικά ασαφές να διαπιστώνουμε τι, πότε και για ποιο λόγο κάτι μας ενώνει. Για το λόγο αυτό, οι συνεκτικές δυνάμεις σε συλλόγους, σωματεία και άλλα συλλογικά όργανα είναι χαλαρές. Ιδια φαινόμενα διαπιστώνονται μέχρι και το επίπεδο της γειτονιάς.
Ενώ φαίνεται να υπάρχει κατοχυρωμένη η άποψη για την ελευθερία έκφρασης και σκέψης του ατόμου, διαπιστώνεται το εξής παράδοξο : Ζητείται από τα άτομα να συμμετέχουν, να συνδιαμορφώνουν κουλτούρα και αξίες ενώ είναι αδύνατο οι συντεταγμένες συλλογικές δυνάμεις να επιβάλλουν κοινωνική συμεριφορά ή κουλτούρα στο άτομο. Φαίνεται λοιπόν να υπάρχει μία μονόδρομη σχέση μεταξύ ατόμων και ομάδων και η οποία θα μπορούσε να χαρακτηριστεί από στοιχεία πολιτικού φιλελευθερισμού ο οποίος όμως αμφισβητείται κατά πόσο μπορεί να λειτουργήσει ενωτικά και να προσδιορίσει αποτελεσματικές συντεταγμένες δράσεις.
Τόσο σε επίπεδο γειτονιάς όσο σε επίπεδο πόλης, η ανάδειξη ενωτικών στοιχείων και η συνδιαμόρφωση ομαλής κοινωνικής και πολιτικής επικοινωνίας αποτελεί στοίχημα επιβίωσης. Στο στοίχημα αυτό, έχουν εξέχοντα ρόλο οι θεσμικοί φορείς οι οποίοι πρέπει να δημιουργούν δεσμούς αλληλεγγύης και όχι να εφαρμόζουν τακτικές ‘διαίρει και βασίλευε’. Πρέπει να αξιολογηθεί το μέτρο της συλλογικής μας αυτοεκτίμησης και να αναδειχθούν οι τρόποι που η συλλογικότητα θα επιβάλλει αξίες στους πολίτες ως ατομικές μονάδες. Αν η συλλογικότητα παραμείνει απαξιωμένη και δεν υπάρξει ένας μηχανισμός εξυγίανσης, οι τοπικές δράσεις θα παραμείνουν στο επίπεδο της περιστασιακής, ανακουφιστικής και μικροπολιτικής διαδικασίας.
Από παλαιότερο άρθρο του Λάμπρου Κωστάρα
0 Response to "ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΑΠΟΨΗ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΜΑΣ ΑΥΤΟΕΚΤΙΜΗΣΗ"