Ο αστείρευτος Μίκης
Δεν μπορώ να βρω κάτι πιο σημαντικό για την εβδομάδα που πέρασε από την επανεμφάνιση του άοκνου Μίκη Θεοδωράκη στα κεντρικά τηλεοπτικά κανάλια. Με το μυαλό του κοφτερό, σε πλήρη εγρήγορση, τη ματιά του ευθεία και καθαρή, τον λόγο του έμμετρο και τραχύ, ο Μίκης κατόρθωσε και πάλι να μας στήσει απέναντι στον καθρέφτη και να μας κάνει να σκεφτούμε βαθειά όσα συμβαίνουν γύρω μας. Μέσα σε λιγότερο από 5 λεπτά, ο Μίκης μπορεί να πει όσα σχεδόν όλοι οι υπόλοιποι θα χρειάζονταν πάνω από δυο τηλεοπτικές ώρες για να κατορθώσουν να αρθρώσουν. Κάθε κουβέντα του ήταν και από μια γροθιά για όλους εμάς, που με αφέλεια έχουμε αφεθεί στην στοργή του καναπέ μας, περιμένοντας το δελτίο των 8, να μας ανακοινώσει το διάγγελμα γνώμης που έχει προετοιμαστεί κατά τη διάρκεια της ημέρας. Με θέληση και σφρίγος δεκαοκτάχρονου ο Μίκης γέμισε με λάβα την οθόνη μας. Λάβα θάρρους, ανυποταξίας, κριτικής σκέψης. Κάποια στιγμή πρέπει να πάψουμε να ζηλεύουμε τον Μίκη και να φροντίσουμε να του μοιάσουμε.
Το λεπτό σημείο
Στα 86 του χρόνια ο Μίκης Θεοδωράκης παραμένει ο μοναδικός ίσως Έλληνας που στο πέρασμα των ετών έχει βιώσει την κορυφή με ό,τι σχεδόν έχει καταπιαστεί. Ίσως είναι όμως και ο μοναδικός Έλληνας που έχει καταφέρει μέσα από στα πάθη και τις εμπειρίες του να κρατά ψυχρή λογική και να τολμά την υπέρβαση όταν κρίνει ότι αυτή υπηρετεί το συμφέρον της πατρίδας. Δεν δίστασε να δοθεί ολοκληρωτικά στην αριστερά, δεν δίστασε να στραφεί στη δεξιά όταν διαπίστωνε ότι εκεί εκφραζόταν το αντικειμενικά ορθό και όχι το λαϊκίστικα αρεστό. Δεν δίστασε να στηλιτεύσει τα λάθη της αριστεράς, την ώρα που οι σύντροφοί του τον αποκαλούσαν προδότη, δεν δίστασε να καταβαραθρώσει τη δεξιά όταν διαπίστωνε ότι είχε αρχίσει να αλλάζει πορεία προς την αδιαλλαξία ή αργότερα προς την αβάσταχτη αναποτελεσματικότητα. Ελάχιστοι άνθρωποι στον πλανήτη, όχι απλώς και μόνο Έλληνες, έχουν αυτή την ικανότητα. Την κριτική σκέψη σε ώρες που όλα μοιάζουν να είναι μονοσήμαντα και μονοδιάστατα. Σε ώρες που οι εύκολες παρόλες εξασφαλίζουν συμμετοχές στα πάνελ, έδρανο στη βουλή και υπουργικούς θώκους …
Πόσο «Μίκης» είμαστε ;
Αν λοιπόν τα λόγια του Μίκη αποτελούν γροθιά για όλους μας που είτε λίγο, είτε πολύ, αρεσκόμαστε και αρκούμαστε στο να ακουμπάμε λίγο στα τετριμμένα και στα κατεστημένα, η απορία του αν μπορούμε να σκεφτούμε σαν τον Μίκη, μπορεί να μας στείλει σε εγκεφαλικά αδιέξοδα. Γιατί ο Μίκης δεν ερμηνεύεται, δεν καλουπώνεται, δεν έχει λόγο που μπορεί να χωρέσει παντού. Αν προσπαθήσουμε να τον εντάξουμε σε ένα ήδη διαμορφωμένο πλαίσιο άποψης, όλο και κάποια γωνία θα περισσεύει. Ο Μίκης δεν στρογγυλεύει πράγματα. Ακόμα και όταν χρειάζεται να συμβιβαστεί με κάτι, τολμά να το πει ευθέως, να το διατυμπανίσει και να εξηγήσει με επιχειρήματα για ποιο λόγο το κάνει. Όπως, αμήχανοι τον παρακολουθούμε, να εξηγεί γιατί ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ήταν η καλύτερη λύση μετά τη Χούντα, το ίδιο αμήχανοι τον παρακολουθούμε στο επαναστατικό του κάλεσμα, την ώρα που τα μέσα μας συμφωνούν απόλυτα μαζί του. Αλλά εμείς απλώς θαυμάζουμε … δεν μπορούμε να ακολουθήσουμε.
Θα είμαστε όλοι μαζί
Είπε ο Μίκης, « … σ’ αυτό το παλλαϊκό μέτωπο που θα γίνει, οπωσδήποτε, θα είμαστε όλοι μαζί. Θα είναι και ο στρατός μαζί, θα είναι και η αστυνομία μαζί. Θα είναι όλοι όσοι είναι πατριώτες, είναι όλοι πατριώτες, και δεν θα έχουμε ούτε αριστερούς, ούτε δεξιούς, ούτε κεντρώους. Θα είμαστε όλοι Έλληνες πατριώτες ». Όποιος και να προσπαθήσει να επαναλάβει σήμερα αυτή την παράγραφο, θα κολλήσει κάπου. Κάτι θα τονίσει περισσότερο, κάτι θα τον κάνει να χαμηλώσει τη φωνή του, κάτι θα του φαίνεται περίεργο την ώρα που θα το λέει. Μέσα σε αυτή την παράγραφο υπάρχουν τόσα «παράδοξα», όσο είναι και το σύνολο των λέξεων. «Παράδοξα» που μάθαμε να τα αντιμετωπίζουμε ως τέτοια, φαινομενικές ασυμβατότητες που μέχρι σήμερα συντηρούνται και διατηρούνται με σκοπό να επιβιώνει τελικά ένα σύστημα που τις έχει ξεπεράσει πια, όχι όμως με τον τρόπο και την έννοια που τις έχει ξεπεράσει ο Μίκης. Τις έχει ξεπεράσει γιατί έχει κάνει άλλου είδους υπέρβαση. Όχι πνευματική, αλλά τραπεζογραμματιακή.
Το απλό μήνυμα
Κάθε μεγάλη εφεύρεση, κάθε μεγάλη ιδέα, κάθε παγκόσμια πρωτοτυπία, κάθε ανυπέρβλητη δημιουργία που αρκετές φορές βραβεύεται και αναγνωρίζεται με τιμητικές διακρίσεις, βραβεία Νόμπελ, πλακέτες, αναφορές και μια θέση στην χρυσή ιστορία του ανθρώπινου είδους, τελικά βασίζεται σε μια απλή, ουσιαστική, αυτονόητη αφετηρία. Είναι αυτό που όλοι εμείς οι μέτριοι – πολλές φορές – λέμε ότι «πως δεν το σκέφτηκα αυτό, μπροστά μου ήταν …». Τόσο απλή είναι και η αφετηρία των όσων είπε ο Μίκης. Μια τόσο ουσιαστική παραδοχή και μια τόσο αποπνικτικά υπαρκτή πραγματικότητα. Δεν επρόκειτο για κάποια Θεία σύλληψη ή μια εξωγήινη διάνοια. Επρόκειτο για την απτή παρατήρηση ότι κάτι δεν πάει καλά σε όσα συμβαίνουν γύρω μας. Ότι όλα έχουν «κουμπώσει» τόσο περίτεχνα ώστε νομίζουμε ότι μπροστά μας έχουμε έναν απόλυτο, προδιαγεγραμμένο, υπαγορευμένο μονόδρομο. Νομίζουμε ότι δεν έχουμε καμία άλλη ελπίδα από το να υποταχθούμε τυφλά στα κελεύσματα της Τρόικας και του ΔΝΤ, στις επιταγές κάποιων συμμοριών μετρίων που κοιτούν απλώς πώς να μη χάσουν τα λεφτά τους ή να τα αυγατίσουν.
Το κουρμπέτι
«Αυτή τη στιγμή προέχει η σωτηρία της Ελλάδας. Γι’ αυτό βγήκα και εγώ στο κουρμπέτι» είπε ο Μίκης σε μια άλλη αποστροφή του λόγου του. Το «κουρμπέτι». Πόσο ωραία λέξη και πόσο διαφορετική ακούστηκε από τα χείλη του Μίκη. Προσέξτε. Το πρώτο σκέλος «αυτή τη στιγμή προέχει η σωτηρία της Ελλάδας», θα μπορούσατε να το ακούσετε από οποιονδήποτε μέσο πολιτικό ή πολιτικάντη, σε οποιοδήποτε μπαλκόνι ή καφενείο της Ελλάδας. Πάνω που πάει να σκεφτεί κανείς ότι πρόκειται για «μια από τα ίδια», σκάει η φράση «γι’ αυτό βγήκα και εγώ στο κουρμπέτι». Χτυπάει γερά το ρήμα «βγήκα» γιατί ο Μίκης δεν είναι κρεμασμένος κάθε μέρα στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων ή διαμαρτυρόμενος επειδή δεν έχει στασίδι στις εκπομπές των Πρετεντέρηδων. Έχει σημασία αυτό το «βγήκα». Και η χαριστική βολή έρχεται στο «κουρμπέτι». Κόκκινη λέξη, απαγορευμένη από όλα τα σύγχρονα, «καθώς πρέπει» πολιτικά εγχειρίδια. Αλλά τόσο γεμάτη εικόνες, ειπωμένη από τον Μίκη …
Έχω αηδία
«Δεν έχω μόνο πάθος σήμερα, έχω και αηδία …», συνέχισε να λιθοβολεί μοναδικά ο Μίκης, συγκρίνοντας την ανάγκη για σκέψη, αγώνα και επανάσταση στις περιόδους της κατοχής και της χούντας με τις σημερινές. «Είναι δυνατόν σήμερα να μας βρίζει όλη η ανθρωπότητα, να μας λένε τεμπέληδες, να μας λένε ανίκανους, να καταστρέφουμε οι ίδιοι την ιστορία μας … να μας λένε κοπρίτες, να μας λένε «μαζί τα φάγαμε» …». Είχε ο Μίκης όμως και την πνευματική διαύγεια να ξεχωρίσει το πάθος από τον φανατισμό, την εκφορά άποψης και γνώμης από το δογματισμό. Είχε τη διαύγεια να μιλήσει για ειρηνική επανάσταση, για επανάσταση κουλτούρας. Ξέρει ο Μίκης ότι η κοινωνία, έτσι όπως είναι σήμερα, εύκολα παρασύρεται στα άκρα και στην ψυχολογία του όχλου. Ξέρει ο Μίκης – και το φοβάται – ότι όσα λέει εύκολα μπορεί κάποιος να τα μετατρέψει σε σπέκουλα. Ξέρει ο Μίκης – μέσα του – ότι ο Έλληνας ξεγυμνώθηκε από παιδεία και πολιτισμό και δεν μπορεί σήμερα όλα αυτά να τα εκφράσει σαν άνθρωπος. Και γι’ αυτό ο Μίκης ήταν τόσο στεναχωρημένος. Γιατί ο ίδιος είναι δημιουργός. Και θεωρούσε ότι δημιουργούσε για τον λαό. Αλλά εμείς ακούμε Vegas και Τάμτα. Ούτε Θεοδωράκη, ούτε Χατζιδάκι …
Κουίζ
Για όμιλο σκέψης μας είχαν πει, πολιτιστικός σύλλογος πολιτικής επιβίωσης μας προέκυψε …
Από τη "ΣΦΗΚΑ" της Κυριακής 10 Απριλίου 2011
Στήλη Ευχήνορας
Δεν μπορώ να βρω κάτι πιο σημαντικό για την εβδομάδα που πέρασε από την επανεμφάνιση του άοκνου Μίκη Θεοδωράκη στα κεντρικά τηλεοπτικά κανάλια. Με το μυαλό του κοφτερό, σε πλήρη εγρήγορση, τη ματιά του ευθεία και καθαρή, τον λόγο του έμμετρο και τραχύ, ο Μίκης κατόρθωσε και πάλι να μας στήσει απέναντι στον καθρέφτη και να μας κάνει να σκεφτούμε βαθειά όσα συμβαίνουν γύρω μας. Μέσα σε λιγότερο από 5 λεπτά, ο Μίκης μπορεί να πει όσα σχεδόν όλοι οι υπόλοιποι θα χρειάζονταν πάνω από δυο τηλεοπτικές ώρες για να κατορθώσουν να αρθρώσουν. Κάθε κουβέντα του ήταν και από μια γροθιά για όλους εμάς, που με αφέλεια έχουμε αφεθεί στην στοργή του καναπέ μας, περιμένοντας το δελτίο των 8, να μας ανακοινώσει το διάγγελμα γνώμης που έχει προετοιμαστεί κατά τη διάρκεια της ημέρας. Με θέληση και σφρίγος δεκαοκτάχρονου ο Μίκης γέμισε με λάβα την οθόνη μας. Λάβα θάρρους, ανυποταξίας, κριτικής σκέψης. Κάποια στιγμή πρέπει να πάψουμε να ζηλεύουμε τον Μίκη και να φροντίσουμε να του μοιάσουμε.
Το λεπτό σημείο
Στα 86 του χρόνια ο Μίκης Θεοδωράκης παραμένει ο μοναδικός ίσως Έλληνας που στο πέρασμα των ετών έχει βιώσει την κορυφή με ό,τι σχεδόν έχει καταπιαστεί. Ίσως είναι όμως και ο μοναδικός Έλληνας που έχει καταφέρει μέσα από στα πάθη και τις εμπειρίες του να κρατά ψυχρή λογική και να τολμά την υπέρβαση όταν κρίνει ότι αυτή υπηρετεί το συμφέρον της πατρίδας. Δεν δίστασε να δοθεί ολοκληρωτικά στην αριστερά, δεν δίστασε να στραφεί στη δεξιά όταν διαπίστωνε ότι εκεί εκφραζόταν το αντικειμενικά ορθό και όχι το λαϊκίστικα αρεστό. Δεν δίστασε να στηλιτεύσει τα λάθη της αριστεράς, την ώρα που οι σύντροφοί του τον αποκαλούσαν προδότη, δεν δίστασε να καταβαραθρώσει τη δεξιά όταν διαπίστωνε ότι είχε αρχίσει να αλλάζει πορεία προς την αδιαλλαξία ή αργότερα προς την αβάσταχτη αναποτελεσματικότητα. Ελάχιστοι άνθρωποι στον πλανήτη, όχι απλώς και μόνο Έλληνες, έχουν αυτή την ικανότητα. Την κριτική σκέψη σε ώρες που όλα μοιάζουν να είναι μονοσήμαντα και μονοδιάστατα. Σε ώρες που οι εύκολες παρόλες εξασφαλίζουν συμμετοχές στα πάνελ, έδρανο στη βουλή και υπουργικούς θώκους …
Πόσο «Μίκης» είμαστε ;
Αν λοιπόν τα λόγια του Μίκη αποτελούν γροθιά για όλους μας που είτε λίγο, είτε πολύ, αρεσκόμαστε και αρκούμαστε στο να ακουμπάμε λίγο στα τετριμμένα και στα κατεστημένα, η απορία του αν μπορούμε να σκεφτούμε σαν τον Μίκη, μπορεί να μας στείλει σε εγκεφαλικά αδιέξοδα. Γιατί ο Μίκης δεν ερμηνεύεται, δεν καλουπώνεται, δεν έχει λόγο που μπορεί να χωρέσει παντού. Αν προσπαθήσουμε να τον εντάξουμε σε ένα ήδη διαμορφωμένο πλαίσιο άποψης, όλο και κάποια γωνία θα περισσεύει. Ο Μίκης δεν στρογγυλεύει πράγματα. Ακόμα και όταν χρειάζεται να συμβιβαστεί με κάτι, τολμά να το πει ευθέως, να το διατυμπανίσει και να εξηγήσει με επιχειρήματα για ποιο λόγο το κάνει. Όπως, αμήχανοι τον παρακολουθούμε, να εξηγεί γιατί ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ήταν η καλύτερη λύση μετά τη Χούντα, το ίδιο αμήχανοι τον παρακολουθούμε στο επαναστατικό του κάλεσμα, την ώρα που τα μέσα μας συμφωνούν απόλυτα μαζί του. Αλλά εμείς απλώς θαυμάζουμε … δεν μπορούμε να ακολουθήσουμε.
Θα είμαστε όλοι μαζί
Είπε ο Μίκης, « … σ’ αυτό το παλλαϊκό μέτωπο που θα γίνει, οπωσδήποτε, θα είμαστε όλοι μαζί. Θα είναι και ο στρατός μαζί, θα είναι και η αστυνομία μαζί. Θα είναι όλοι όσοι είναι πατριώτες, είναι όλοι πατριώτες, και δεν θα έχουμε ούτε αριστερούς, ούτε δεξιούς, ούτε κεντρώους. Θα είμαστε όλοι Έλληνες πατριώτες ». Όποιος και να προσπαθήσει να επαναλάβει σήμερα αυτή την παράγραφο, θα κολλήσει κάπου. Κάτι θα τονίσει περισσότερο, κάτι θα τον κάνει να χαμηλώσει τη φωνή του, κάτι θα του φαίνεται περίεργο την ώρα που θα το λέει. Μέσα σε αυτή την παράγραφο υπάρχουν τόσα «παράδοξα», όσο είναι και το σύνολο των λέξεων. «Παράδοξα» που μάθαμε να τα αντιμετωπίζουμε ως τέτοια, φαινομενικές ασυμβατότητες που μέχρι σήμερα συντηρούνται και διατηρούνται με σκοπό να επιβιώνει τελικά ένα σύστημα που τις έχει ξεπεράσει πια, όχι όμως με τον τρόπο και την έννοια που τις έχει ξεπεράσει ο Μίκης. Τις έχει ξεπεράσει γιατί έχει κάνει άλλου είδους υπέρβαση. Όχι πνευματική, αλλά τραπεζογραμματιακή.
Το απλό μήνυμα
Κάθε μεγάλη εφεύρεση, κάθε μεγάλη ιδέα, κάθε παγκόσμια πρωτοτυπία, κάθε ανυπέρβλητη δημιουργία που αρκετές φορές βραβεύεται και αναγνωρίζεται με τιμητικές διακρίσεις, βραβεία Νόμπελ, πλακέτες, αναφορές και μια θέση στην χρυσή ιστορία του ανθρώπινου είδους, τελικά βασίζεται σε μια απλή, ουσιαστική, αυτονόητη αφετηρία. Είναι αυτό που όλοι εμείς οι μέτριοι – πολλές φορές – λέμε ότι «πως δεν το σκέφτηκα αυτό, μπροστά μου ήταν …». Τόσο απλή είναι και η αφετηρία των όσων είπε ο Μίκης. Μια τόσο ουσιαστική παραδοχή και μια τόσο αποπνικτικά υπαρκτή πραγματικότητα. Δεν επρόκειτο για κάποια Θεία σύλληψη ή μια εξωγήινη διάνοια. Επρόκειτο για την απτή παρατήρηση ότι κάτι δεν πάει καλά σε όσα συμβαίνουν γύρω μας. Ότι όλα έχουν «κουμπώσει» τόσο περίτεχνα ώστε νομίζουμε ότι μπροστά μας έχουμε έναν απόλυτο, προδιαγεγραμμένο, υπαγορευμένο μονόδρομο. Νομίζουμε ότι δεν έχουμε καμία άλλη ελπίδα από το να υποταχθούμε τυφλά στα κελεύσματα της Τρόικας και του ΔΝΤ, στις επιταγές κάποιων συμμοριών μετρίων που κοιτούν απλώς πώς να μη χάσουν τα λεφτά τους ή να τα αυγατίσουν.
Το κουρμπέτι
«Αυτή τη στιγμή προέχει η σωτηρία της Ελλάδας. Γι’ αυτό βγήκα και εγώ στο κουρμπέτι» είπε ο Μίκης σε μια άλλη αποστροφή του λόγου του. Το «κουρμπέτι». Πόσο ωραία λέξη και πόσο διαφορετική ακούστηκε από τα χείλη του Μίκη. Προσέξτε. Το πρώτο σκέλος «αυτή τη στιγμή προέχει η σωτηρία της Ελλάδας», θα μπορούσατε να το ακούσετε από οποιονδήποτε μέσο πολιτικό ή πολιτικάντη, σε οποιοδήποτε μπαλκόνι ή καφενείο της Ελλάδας. Πάνω που πάει να σκεφτεί κανείς ότι πρόκειται για «μια από τα ίδια», σκάει η φράση «γι’ αυτό βγήκα και εγώ στο κουρμπέτι». Χτυπάει γερά το ρήμα «βγήκα» γιατί ο Μίκης δεν είναι κρεμασμένος κάθε μέρα στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων ή διαμαρτυρόμενος επειδή δεν έχει στασίδι στις εκπομπές των Πρετεντέρηδων. Έχει σημασία αυτό το «βγήκα». Και η χαριστική βολή έρχεται στο «κουρμπέτι». Κόκκινη λέξη, απαγορευμένη από όλα τα σύγχρονα, «καθώς πρέπει» πολιτικά εγχειρίδια. Αλλά τόσο γεμάτη εικόνες, ειπωμένη από τον Μίκη …
Έχω αηδία
«Δεν έχω μόνο πάθος σήμερα, έχω και αηδία …», συνέχισε να λιθοβολεί μοναδικά ο Μίκης, συγκρίνοντας την ανάγκη για σκέψη, αγώνα και επανάσταση στις περιόδους της κατοχής και της χούντας με τις σημερινές. «Είναι δυνατόν σήμερα να μας βρίζει όλη η ανθρωπότητα, να μας λένε τεμπέληδες, να μας λένε ανίκανους, να καταστρέφουμε οι ίδιοι την ιστορία μας … να μας λένε κοπρίτες, να μας λένε «μαζί τα φάγαμε» …». Είχε ο Μίκης όμως και την πνευματική διαύγεια να ξεχωρίσει το πάθος από τον φανατισμό, την εκφορά άποψης και γνώμης από το δογματισμό. Είχε τη διαύγεια να μιλήσει για ειρηνική επανάσταση, για επανάσταση κουλτούρας. Ξέρει ο Μίκης ότι η κοινωνία, έτσι όπως είναι σήμερα, εύκολα παρασύρεται στα άκρα και στην ψυχολογία του όχλου. Ξέρει ο Μίκης – και το φοβάται – ότι όσα λέει εύκολα μπορεί κάποιος να τα μετατρέψει σε σπέκουλα. Ξέρει ο Μίκης – μέσα του – ότι ο Έλληνας ξεγυμνώθηκε από παιδεία και πολιτισμό και δεν μπορεί σήμερα όλα αυτά να τα εκφράσει σαν άνθρωπος. Και γι’ αυτό ο Μίκης ήταν τόσο στεναχωρημένος. Γιατί ο ίδιος είναι δημιουργός. Και θεωρούσε ότι δημιουργούσε για τον λαό. Αλλά εμείς ακούμε Vegas και Τάμτα. Ούτε Θεοδωράκη, ούτε Χατζιδάκι …
Κουίζ
Για όμιλο σκέψης μας είχαν πει, πολιτιστικός σύλλογος πολιτικής επιβίωσης μας προέκυψε …
Από τη "ΣΦΗΚΑ" της Κυριακής 10 Απριλίου 2011
Στήλη Ευχήνορας
0 Response to "Ο αστείρευτος Μίκης - Από τη "ΣΦΗΚΑ" της Κυριακής 10/4/2011"