Πλειοψηφία 26 αρεοπαγιτών έναντι 20, κατά τη δίωρη κεκλεισμένων των θυρών διάσκεψη της ολομέλειας, πήγε κόντρα στις δύο αρνητικές δικαστικές εισηγήσεις και αποφάνθηκε, με αφορμή την προσφυγή καθαριστριών του ΟΠΑΠ, ότι οι συμβασιούχοι του δημόσιου και ευρύτερου δημόσιου τομέα, που καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες, μπορούν να μονιμοποιηθούν. Θέτουν ως χρονικό όριο δικαίωσης το 2001, οπότε έγινε η συνταγματική αναθεώρηση, κατά την οποία περιελήφθη η γνωστή διάταξη που απαγορεύει τη μετατροπή των συμβάσεων ορισμένου χρόνου σε αορίστου.
Σύμφωνα με την άποψη που επικράτησε, οι συγκεκριμένες εργαζόμενες είχαν προσληφθεί το 1990 και 1991, διάστημα κατά το οποίο δεν ίσχυε η συνταγματική απαγόρευση αλλά νομοθετικό καθεστώς (ν.2112/1920 και 3239/1954) που επιτρέπει τη μονιμοποίησή τους.
Το γεγονός ότι οι αρεοπαγίτες δέχτηκαν ότι υπάρχει δικαίωμα δικαστικής προστασίας για συμβασιούχους που καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες αποτελεί θετικό πρόκριμα, καθώς τόσο οι εισηγήσεις του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ι. Τέντε και του εισηγητή Αν. Δουλγεράκη όσο και η απόφαση της ολομέλειας, επί προεδρίας Κεδίκογλου, το 2007, είχαν ενταφιάσει κάθε ελπίδα για μονιμοποίηση. Εάν το ανώτατο δικαστήριο απέρριπτε τις προσφυγές των καθαριστριών, το κράτος θα συνέχιζε ανενόχλητο την κατάχρηση των συμβάσεων ορισμένου χρόνου.
Ωστόσο, πρέπει να επισημανθεί ότι η απόφαση-πιλότος της ολομέλειας καλύπτει, κατ' αρχήν, μόνον όσους συμβασιούχους έχουν προσληφθεί πριν από το 2001, καλύπτουν πάγιες και λειτουργικές ανάγκες και έχουν προσφύγει στη Δικαιοσύνη μέσα σε ένα τρίμηνο από τη λήξη της σύμβασής τους.
Σε κάθε περίπτωση κρίσιμο στοιχείο για την αξιολόγηση των θετικών αποτελεσμάτων της διάσκεψης, όσον αφορά την εργασιακή τύχη των συμβασιούχων μετά το 2001, θα αποτελέσει το ακριβές σκεπτικό της απόφασης. Και αυτό διότι, κατά τη διάσκεψη, αρεοπαγίτες εξέφρασαν την άποψη ότι πρέπει να διατυπωθεί στην απόφαση η θέση ότι η συνταγματική απαγόρευση (άρθρο 103) δεν αφορά τη δικαστική εξουσία αλλά τη νομοθετική λειτουργία. Τα δικαστήρια, δηλαδή, μπορούν, κατά περίπτωση, να αποφαίνονται κυριαρχικά για τον ορθό νομικό χαρακτηρισμό μιας εργασιακής σχέσης, αν δηλαδή είναι ορισμένου ή αορίστου χρόνου, χωρίς να τους εμποδίζει ο συνταγματικός φραγμός, σε αντίθεση με το νομοθέτη, ο οποίος δεσμεύεται από το Σύνταγμα να προχωρεί σε μονιμοποιήσεις, με νόμο.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις εργατολόγων, και μόνο το γεγονός ότι η απόφαση δεν επιβεβαιώνει την προηγούμενη εξαιρετικά δυσμενή κρίση της ολομέλειας για τους συμβασιούχους, δίνει νέα ώθηση στο ζήτημα και απελευθερώνει τους δικαστές των κατώτερων δικαστηρίων να κρίνουν, κατά περίπτωση, την αληθινή σχέση εργασίας των συμβασιούχων, με κριτήριο την κάλυψη πάγιων και διαρκών αναγκών. Μένει να αποδειχθεί στην πράξη αν τα Πρωτοδικεία που εκδικάζουν αγωγές συμβασιούχων θα επεκτείνουν τη δικαστική προστασία και στους συμβασιούχους νεότερης γενιάς, στους εργαζόμενους, δηλαδή, που προσλήφθηκαν μετά το 2001.
Οι 20 δικαστές που συγκρότησαν τη μειοψηφία κινήθηκαν στη σκληρή γραμμή των δικαστικών εισηγήσεων, σύμφωνα με τις οποίες η συνταγματική απαγόρευση δεν αφήνει κανένα περιθώριο μονιμοποιήσεων και κατά συνέπεια, οι αγωγές συμβασιούχων πρέπει να απορρίπτονται, ακόμη κι αν κριθεί ότι οι εργαζόμενοι καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες.Πηγή : enet.gr
0 Response to "Φως για λίγους συμβασιούχους"