Για πρώτη φορά στη μεταπολιτευτική ιστορία η άλλοτε «δοξασμένη» μεσαία τάξη με τις αμέτρητες κάρτες, τα κινητά, τα ξέφρενα καταναλωτικά ένστικτα, την εγκατάλειψη της επαρχίας και το συνωστισμό στις μεγαλουπόλεις, η τάξη που υπήρξε το αγαπημένο παιδί των τραπεζών, του χρηματιστηρίου και των πολυεθνικών, φαίνεται πως επαναδιαπραγματεύεται τους όρους με τους οποίους θέλει να ζήσει από δω και πέρα και σκέφτεται καλά πριν απαντήσει στην ιστορική-φιλοσοφική ερώτηση: Αλλάζει ο Ελληνας;
Υπό άλλες συνθήκες θα απαντούσε αυθόρμητα: Σιγά μην αλλάζει! Τώρα, όμως, το σκέφτεται. Αυτό τουλάχιστον προκύπτει από τις έρευνες της τελευταίας διετίας για την καταναλωτική του συμπεριφορά, που έχουν προκαλέσει ένα μίνι «τσουνάμι» στους ειδικούς του μάρκετινγκ, αλλά και από μελέτες για το υπό διαμόρφωση κοινωνικό μοντέλο.
Η ραγδαία οικονομική επιδείνωση έχει επιφέρει σειρά αλλαγών στην καθημερινότητα για επτά στους δέκα έλληνες πολίτες. Κομμένα τα ακριβά ρούχα, η συχνή διασκέδαση, τα αυτοκίνητα, τα κινητά, οι πολυτέλειες των θρησκευτικών γάμων, τα έξοδα των διαζυγίων, τα αεροπορικά ταξίδια εσωτερικού, τα παραγεμισμένα ψυγεία με ό,τι πρόσφεραν οι διαφημιστές των πολυεθνικών, κομμένες όμως και οι συναισθηματικές υπερβολές -με ό,τι αυτό συνεπάγεται- σε μία ελληνική νοοτροπία που μέχρι πρότινος στο μεγαλύτερο ποσοστό της δεν χαρακτηριζόταν από καρτερικότητα (αυτός είναι ο όρος που πλέον συνοδεύει ένα σημαντικό ποσοστό Ελλήνων στις καθημερινές του αποφάσεις, όπως τουλάχιστον καταγράφεται από ερευνητές του τομέα μάρκετινγκ).
Ομως, αυτό που επιπλέον διαπιστώνεται στην έρευνα της «Κ.Ε.» είναι ότι την ίδια ώρα που ένα σημαντικό κομμάτι της μεσαίας τάξης επιλέγει το «αλλάζουμε» από το «αλλάζουμε ή βουλιάζουμε» του πρωθυπουργού, κρίσιμοι τομείς του κρατικού μηχανισμού, όπως η δημόσια υγεία και η κοινωνική πρόνοια, παραμένουν στο «βουλιάζουμε», παρασύροντας στο βυθό χιλιάδες άλλους Ελληνες των κατώτερων οικονομικών στρωμάτων.
Το «Δεν» που έχει βάλει πια στη ζωή του ένα σημαντικό ποσοστό Ελλήνων, πλέει σε μία καθ' όλα αντιφατική πραγματικότητα. Οι Ελληνες ξαναγυρνούν στη δημόσια υγεία (ποσοστό 20-30%) αλλά όχι εκείνη σ' αυτούς. Ζητούν όλο και περισσότερα από τη δημόσια εκπαίδευση, μη αντέχοντας το βάρος της ιδιωτικής, αλλά εκείνη τους γυρνά την πλάτη, με το βάρος να πέφτει στις συγχωνεύσεις της τελευταίας περιόδου, πολλές από τις οποίες χαρακτηρίστηκαν άδικες.
Και τέλος, προσφεύγουν στις κοινωνικές υπηρεσίες για να βρουν τις πόρτες κλειστές. Κι όλα αυτά ενώ η πολιτεία γνώριζε πως πριν από την προσφυγή στο ΔΝΤ ήταν αναγκαίο ένα σχέδιο προστασίας της ζωής των πολιτών (ανακοίνωση Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας το 2009)!
Ετσι, η διαδικασία «αλλαγής» χωρίς τη στήριξη της πολιτείας ήταν μονόδρομος. «Οσοι πολίτες καταφέρνουν να ξεπεράσουν το σοκ, επιχειρούν να επινοήσουν μεθόδους υπέρβασης της κρίσης. Η κρατική υπόσταση παρά τις πλημμελείς δομές της, κατά κάποιον τρόπο εγγυάτο την ισορροπία, ενώ τώρα κλυδωνίζεται και μαζί με αυτήν καταρρέει η αυτοεικόνα του ατόμου και ο ρόλος του μέσα στο πλαίσιο που καρκινοβατεί», υποστηρίζει στην «Κ.Ε.» ο Ευστράτιος Παπάνης, επίκουρος καθηγητής κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου, στο πλαίσιο της μελέτης του «Κρίση και αξίες».
http://www.enet.gr
0 Response to "Κι όμως, οι Ελληνες άλλαξαν!"